- πολυρρυθμία
- η, Νμουσ. συνήχηση σε ένα έργο τελείως διαφορετικών ρυθμών, για τους οποίους ο ακροατής αντιλαμβάνεται αμέσως ότι δεν αποτελούν υποδιαίρεση ο ένας τού άλλου αλλά έχει ο καθένας άλλη μονάδα μέτρησης και άλλο μέτρο, που μάλιστα δεν συμπίπτουν στις αφετηρίες τους.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. polyrhythm (< πολυ-* + -ρυθμία < ρυθμός). Η λ. μαρτυρείται από το 1885 στον Π. Βεργωτή].
Dictionary of Greek. 2013.